Από τις πιο δοξασμένες στιγμές της Εθνικής Αντίστασης
Στις 28 Απρίλη του 1944, σ’ ένα μικρό σπιτάκι στον Υμηττό (συνοικία της Αθήνας), γράφτηκε μια από τις πιο ηρωικές και δοξασμένες σελίδες της Εθνικής Αντίστασης κατά των χιτλεροφασιστών κατακτητών και των συνεργατών τους. Τρία νεαρά παιδιά μέλη της αντιστασιακής οργάνωσης ΕΠΟΝ, ο Δημήτρης Αυγέρης, ο Κώστας Φολτόπουλος και ο Φάνης Κιοκμενίδης, που φύλαγαν τον οπλισμό της διμοιρίας τους, αντιμετώπισαν για πάνω από 7 ολόκληρες ώρες, με τ’ ατομικά τους όπλα, 200 Γερμανούς και ταγματασφαλίτες.
Δεν είχε καλά – καλά ξημερώσει, όταν ο εχθρός περικύκλωσε το σπίτι.
Η μάχη δεν άργησε να φουντώσει. Ήταν 8 το πρωί. Μα, κάθε προσπάθεια που έκαναν οι πολιορκητές να καταλάβουν το φρούριο απέβαινε άκαρπη, παρά το γεγονός ότι διέθεταν ισχυρότατη δύναμη πυρός και υπέρτερες δυνάμεις. Η αντίσταση των τριών παιδιών, των τριών αυτών ηρώων, ήταν εκπληκτική.
Πρώτος χτυπήθηκε και έπεσε νεκρός στο πάτωμα ο ήρωας Φολτόπουλος, αλλά οι δύο σύντροφοί του συνέχισαν να μάχονται με μεγαλύτερο πάθος. Κι όταν τα πυρομαχικά τους έφταναν προς το τέλος, ο ένας έπιασε τη γωνιά για να καταστρέψει τον οπλισμό, ώστε να μην πέσει στα χέρια του εχθρού, ενώ ο άλλος συνέχισε τη μάχη. Σε λίγο νεκρός έπεσε και ο Κιοκμενίδης, αλλά ο Αυγέρης δε σταμάτησε να ρίχνει κατά του εχθρού, αν και τραυματίστηκε.
Πέρασε το μεσημέρι. Όμως το σπίτι, το κάστρο του Υμηττού συνέχισε να αντιστέκεται. Ώσπου, γύρω στις 3.30 το απόγευμα ο Δημήτρης Αυγέρης βγαίνει τρεκλίζοντας και φωνάζοντας προς τη μεριά του εχθρού:
– Σας νικήσαμε τέρατα!
Σε λίγο, μια ριπή θα τον έστελνε κι αυτόν στην αθανασία.
Η μάχη είχε τελειώσει. Και ο εχθρός που περίμενε ότι θα βρει δεκάδες πτώματα και λαβωμένους αντιλήφθηκε ότι οι ορδές του ντροπιάστηκαν από τρία αμούστακα παιδιά, τρεις ήρωες, που είχαν τάξει τη ζωή τους στη λευτεριά της πατρίδας.
Από τότε, το σπιτάκι εκείνο στον Υμηττό έγινε θρύλος, σύμβολο του αγώνα για τη λευτεριά της Ελλάδας. Εκείνο το σπιτάκι ονομάστηκε Κάστρο και “Φρούριο των ηρώων”.
Ο Ιστορικός
Η προτομή του Βασίλειου Σταυρόπουλου (Καπετάν Κόρακας) βρίσκεται στην ομώνυμη πλατεία της Βέροιας, στη βόρεια είσοδο της πόλης.
Ο Καπετάν Κόρακας ήταν αξιωματικός του Ελληνικού στρατού. Καταγόταν από την Αρτοτίνα Δωρίδας. Στάλθηκε το 1907 από το Προξενείο της Θεσσαλονίκης στην τουρκοκρατούμενη τότε Βέροια, για να οργανώσει τους Βεροιώτες αγωνιστές και να αντιμετωπίσουν μαζί, τους Βούλγαρους κομιτατζήδες και τους Ρουμανίζοντες, που έκαιγαν τα χωριά, δολοφονούσαν και ατίμαζαν. Έμεινε στη Βέροια ένα χρόνο από το 1907 ως το 1908.Η προτομή του βρίσκεται στο σημείο ακριβώς όπου πολέμησε τους Ρουμανίζοντες. Το ψευδώνυμο Καπετάν – Κόρακας εμπνεύστηκε από κορυφή βουνού που υπάρχει στη γενέτειρά του. Συμμετείχε επίσης και στους νικηφόρους Βαλκανικούς πολέμους.
Γκουντάρας Δημήτρης
Αθανασόπουλος Γιώργος
Κάθε Νοέμβρη, ο νους και η καρδιά μας είναι εκεί, στο Πολυτεχνείο, στην εξέγερση των φοιτητών, της νεολαίας και ολόκληρου του ελληνικού λαού κατά της χουντικής τυραννίας το Νοέμβριο του 1973.
Την Τετάρτη 14 Νοέμβρη 1973 το πρωί, εκατοντάδες φοιτητές του Πολυτεχνείου συγκεντρώνονται στο προαύλιο του Ιδρύματος. Αρχίζουν συνελεύσεις για να αποφασίσουν πώς θα αντιμετωπίσουν τα νέα σχέδια της χούντας για την συντριβή των λαϊκών αντιδράσεων.
Συγκέντρωση φοιτητών γίνεται και στη Νομική που αποφασίζουν να κατευθυνθούν στο Πολυτεχνείο. Στις 2.00 μ.μ., 5.000 περίπου φοιτητές έχουν συγκεντρωθεί στο Πολυτεχνείο, ενώ αρχίζει να μαζεύεται και άλλος κόσμος. Οι δρόμοι γύρω από το Πολυτεχνείο δονούνται από τα συνθήματα κατά της χούντας και των αμερικάνων. «Ψωμί-παιδεία-ελευθερία», «Κάτω η χούντα».
Την Πέμπτη 15 Νοέμβρη 1973, η κατάληψη συνεχίζεται, ενώ συνεχίζει να συρρέει πολύς λαός κυρίως εργαζόμενοι.
Την Παρασκευή 16 Νοέμβρη 1973, μπαίνουν σε λειτουργία οι πομποί του ραδιοφωνικού σταθμού στους 1.050 χιλιόκυκλους που μεταφέρουν το μήνυμα του αγώνα σε όλη την Αθήνα που παρακολουθεί τα γεγονότα.
Στις 9 το πρωί στήνονται τα πρώτα οδοφράγματα και σχηματίζονται δύο μεγάλες διαδηλώσεις στην Πανεπιστημίου και στη Σταδίου. Οι συγκεντρωμένοι έξω από το Πολυτεχνείο τραγουδάνε το «πότε θα κάνει ξαστεριά».
Η ΜΟΙΡΑΙΑ ΝΥΧΤΑ
Το απόγευμα οι διαδηλωτές στο χώρο γίνονται χιλιάδες με συμμετοχή των εργατών. Έτσι στις 6 το απόγευμα αρχίζουν οι συγκρούσεις διαδηλωτών και Αστυνομίας με πολλούς τραυματίες. Στις 7 το απόγευμα μεγάλη διαδήλωση κατευθύνεται στο Πολυτεχνείο και η Αστυνομία χτυπάει. Εμφανίζονται τεθωρακισμένα της Αστυνομίας και πέφτουν οι πρώτοι πυροβολισμοί. Στους γύρω δρόμους γίνονται μάχες σώμα με σώμα.
Στις 9.30 η Αστυνομία απαγορεύει την κυκλοφορία στο κέντρο της Αθήνας. Στις 11 το βράδυ ο ραδιοσταθμός και τα μεγάφωνα καλούν τον κόσμο να μη φύγει ενώ τα δακρυγόνα έχουν πνίξει την περιοχή.
Όσοι μένουν ανάβουν φωτιές για να εξουδετερώσουν τα δακρυγόνα και στήνουν οδοφράγματα.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα ( Σάββατο 17 Νοέμβρη), τα πρώτα τανκς εμφανίζονται, ενώ στο νοσοκομείο που οργανώθηκε στο Πολυτεχνείο, μεταφέρονται όλο και περισσότεροι τραυματίες. Στη 1 μετά τα μεσάνυχτα τα τανκς έχουν ζώσει το Πολυτεχνείο. Τα μεγάφωνα και ο ραδιοσταθμός μεταδίδουν: «Μην φοβάστε τα τανκς», «Κάτω ο φασισμός», «Φαντάροι ,είμαστε αδέρφια σας. Μη γίνετε δολοφόνοι».
Στις 1.30 τα τανκς ξεκινούν με αναμμένους τους προβολείς. Οι φοιτητές τοποθετούν μια «Μερσεντές» πίσω από την κεντρική πύλη για να εμποδίσει την είσοδο των τανκς. Οι φοιτητές είναι ανεβασμένοι στα κάγκελα, τραγουδούν τον εθνικό ύμνο και φωνάζουν στους φαντάρους: «Είμαστε αδέρφια».
Δίνεται διορία 20 λεπτών για να βγουν οι έγκλειστοι, ενώ ένα τανκ παίρνει θέση απέναντι στην είσοδο. Η Συντονιστική Επιτροπή προσπαθεί να διαπραγματευτεί την ασφαλή έξοδο του κόσμου.
Ώρα 02.50, ξημερώματα του Σαββάτου 17 Νοέμβρη. Ο επικεφαλής αξιωματικός με μια κίνηση του χεριού του, δίνει την εντολή να ξεκινήσει το τανκ. Η πόρτα πέφτει και το τανκ συνεχίζει την πορεία του φτάνοντας μέχρι τις σκάλες του κτιρίου «Αβέρωφ». Μαζί του μπαίνουν ασφαλίτες και άντρες των ΛΟΚ. Πέφτουν πυροβολισμοί. Υπάρχουν φαντάροι που βοηθούν τους φοιτητές να φύγουν, αλλά στις εξόδους τούς περιμένουν ασφαλίτες που τους συλλαμβάνουν και τους κυνηγούν, ενώ κάτοικοι των γύρω πολυκατοικιών τους προσφέρουν άσυλο.
Στις 3.20 δεν υπάρχει πλέον κανένας στο Πολυτεχνείο το οποίο έχει εκκενωθεί πλήρως. Πολλοί φοιτητές φοβούμενοι την σύλληψη, αν και βαριά τραυματισμένοι, αρνούνται τη μεταφορά τους στο νοσοκομείο.
Ο ΟΔΗΓΟΣ ΤΟΥ ΤΑΝΚ
30 χρόνια μετά ο οδηγός εκείνου του τανκ A. Σκευοφύλακα σε συνέντευξη του στο Βήμα το 2003, δήλωσε «ΝΤΡΕΠΟΜΑΙ ΓΙ’ AYTO ΠΟΥ HMOYN, ΓΙ’ AYTO ΠΟΥ EKANA. Τότε αισθανόμουν ότι έκανα κάτι καλό, κάτι μεγάλο. Στους “μαυροσκούφηδες”, στο Γουδί, είχα γίνει ο ήρωας που διέλυσε τους εχθρούς της πατρίδας. Τι περιμένεις! Ούτε μια εφημερίδα δεν είχα διαβάσει μέχρι τότε. Είχα γίνει και εγώ φασίστας. Μέχρι που μπήκα μέσα, πίστευα αυτό που έκανα. Στη συνέχεια έγινε ο εφιάλτης της ζωής μου.»
Άραγε, πώς νιώθει σήμερα η νεολαία, ακούγοντας τα γεγονότα του Πολυτεχνείου;
Σίγουρα νιώθουμε θαυμασμό γιατί τότε κάποιοι είχαν το θάρρος να αντισταθούν σε όσα και όσους κατέστρεφαν την ζωή τους. Θυμό για όσους εκμεταλλεύτηκαν την αγωνιστικότητα και το θάρρος που επέδειξαν, για να κάνουν καριέρα. Απεριόριστος σεβασμός για όσους απομακρύνθηκαν από τα φώτα της δημοσιότητας. Πιστεύουμε ότι η σημερινή κοινωνία έχει ξεχάσει την στάση των ανθρώπων τότε, και πλέον οι περισσότεροι από μας δυστυχώς περνάμε αυτή την μέρα, ως κάτι συνηθισμένο και κοινότυπο.
Κρύπας Νίκος – Διαμαντής Στράτος